Η Α΄Κυνηγετική Ομοσπονδία Κρήτης και Δωδεκανήσου, για πολλοστή φορά εκφράζει τα παράπονα της καθώς και αυτά των 15,000 πολιτών κυνηγών που εκπροσωπεί, σχετικά με τη συνεχιζόμενη απαγόρευση της θήρας, στα πλαίσια των μέτρων που έχουν ανακοινωθεί για τον περιορισμό της μετάδοσης του Covid-19.
Αισθανόμαστε ότι υποτιμάται η νοημοσύνη των κυνηγών και των εκπροσώπων τους. Η θήρα, όπως είναι γνωστό, αποτελεί μια αυστηρά ρυθμισμένη δραστηριότητα, για την άσκηση της οποίας, ο κάθε κυνηγός καταβάλλει ένα σημαντικό ποσό στην Πολιτεία. Συνεπώς, οι κυνηγοί πέρα από τις σχετικές υποχρεώσεις έχουν και δικαιώματα, τα οποία, αυτή την περίοδο καταπατούνται αδίκως.
Από το καλοκαίρι 2020 –διαβλέποντας τον κίνδυνο του 2ου κύματος της πανδημίας- υπήρχαν συνεχείς επαφές και υπεύθυνες ενημερώσεις σε υπουργούς και κυβερνητικούς παράγοντες, όπου αναπτύχτηκαν όλες οι προτάσεις για το πώς θα μπορούσε να ασκηθεί η θήρα, με ασφαλείς όρους, χωρίς να δημιουργείται κίνδυνος για τη δημόσια υγεία (όπως άλλωστε συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη).
Οι εισηγήσεις αυτές, του κυνηγετικού κόσμου, αρχικά φάνηκε να γίνονται αποδεκτές από τους αρμόδιους υπουργούς, καθώς η θηρευτική περίοδος ξεκίνησε κανονικά.
Αιφνιδιαστικά όμως, το Νοέμβριο και παρά τις διαβεβαιώσεις για το αντίθετο, το κυνήγι συμπεριλήφθηκε στις υπό αναστολή δραστηριότητες και μέχρι σήμερα, η Ελλάδα έχει το θλιβερό προνόμιο να είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη όπου έχει «κλείσει» το κυνήγι.
Το ολιγοήμερο «άνοιγμά» του, μέσα στις γιορτές, μάλλον –θέλουμε να ελπίζουμε για το αντίθετο- αποτέλεσε επικοινωνιακό τέχνασμα, προκειμένου να αμβλυνθούν οι αντιδράσεις, τόσο των κυνηγών όσο και σημαντικού μέρους του πολιτικού κόσμου (κόμματα, βουλευτές, αυτοδιοικητικοί, τους οποίους με την ευκαιρία οφείλουμε να ευχαριστήσουμε θερμά).
Η απαγόρευση της θήρας συνεχίζεται, ενώ άλλες δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα στην ύπαιθρο, όπως η πεζοπορία-ορειβασία και το τρέξιμο, με την αιτιολόγηση της άθλησης, συνεχίζουν –και σωστά- να επιτρέπονται, δημιουργώντας εύλογες απορίες για αυτό το διαχωρισμό και τη διαφορετική αντιμετώπιση.
Σε τι διαφέρει π.χ. ο ορειβάτης από τον κυνηγό, ο οποίος μάλιστα πληρώνει για να ασκήσει τη δραστηριότητά του; Ειδικά στην περίπτωση των κυνηγών, ο έλεγχος σκοπιμότητας μετακίνησης τους είναι πολύ πιο εύκολο να πραγματοποιηθεί από τις Αστυνομικές Αρχές, καθώς η θήρα ασκείται αποκλειστικά και μόνο από πολίτες που διαθέτουν τη σχετική άδεια για την περίοδο 2020-21, η οποία είναι δημόσιο έγγραφο και εύκολο να επιδειχθεί σε κάθε έλεγχο.
Ως γνωστόν, το κυνήγι βάσει νόμου αποτελεί ατομική αθλητική δραστηριότητα που ασκείται μόνο στη φύση [Δασικός Κώδικας (Ν.Δ. 86/69, άρθρο 251 παρ. 1), «…η θήρα επιτρέπεται να ασκείται ως άθλημα καθ’ όλην την Επικράτειαν…».
Η αναγνώριση, λοιπόν, της θήρας ως αθλήματος, θα έπρεπε αυτοδικαίως να εντάσσει τους κυνηγούς σε εκείνη την κατηγορία πολιτών που έχουν τη δυνατότητα ατομικής άσκησης σε εξωτερικούς δημόσιους χώρους (μάλιστα λαμβάνει χώρα μακριά από κατοικημένες περιοχές, χωρίς να υπάρχουν επαφές μ’ άλλους ανθρώπους).
Εξάλλου, οι της επιστημονικής επιτροπής, κυβερνητικοί παράγοντες, ακόμα και ο κ. Πρωθυπουργός στα διαγγέλματά του αυτή την περίοδο του lockdown, ουκ ολίγες φορές αναφέρθηκαν στην ανάγκη της άθλησης, ιδιαίτερα στη φύση και της εκτόνωσης των πολιτών, καθώς πέρα της σωματικής υγείας, εξίσου σημαντική είναι και η διατήρηση της ψυχικής.
Ε λοιπόν, το κυνήγι αποτελεί τη φυσική διέξοδο των κυνηγών –για κάποιους εκ αυτών τη μοναδική- για ψυχική αποφόρτιση και η απαγόρευση της δραστηριότητάς τους έχει εγκλωβίσει χιλιάδες μέσα στις πόλεις, στερώντας τους, αναίτια, τη δυνατότητα αυτή.
Θεωρούμε λοιπόν δίκαιο το αίτημα των εκατοντάδων χιλιάδων κυνηγών να σταματήσει αυτός ο εμπαιγμός και το κυνήγι –όπως και άλλες δραστηριότητες της υπαίθρου, όπως π.χ. το ψάρεμα- να συνεχιστεί κανονικά έως τη λήξη της κυνηγετικής περιόδου.
Δεν αιτούμαστε προνομιακή μεταχείριση, αντιθέτως απαιτούμε την ίδια μεταχείριση μ’ αυτή των συμπολιτών μας που ελεύθερα αθλούνται στην ύπαιθρο, εντός της περιφερειακής ενότητάς τους. Εννοείται με την αποστολή του σχετικού SMS, όπως κι έγινε αυτές τις λίγες μέρες των γιορτών, όπου οι κυνηγοί επέδειξαν την απαραίτητη υπευθυνότητα και δε δημιουργήθηκε το παραμικρό πρόβλημα.